Είναι 6.30 το απόγευμα στο Ολύμπιον, στο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης, Κυριακή απόγευμα 10 Μαρτίου, έχω αποφασίσει να βγω από μια προβολή της ταινίας “Το μέρος που κοιμόμασταν” (Where we used to sleep του Matthäus Wörle)* χωρίς να καθίσω για το καθιερωμένο Q & A γιατί δεν έχω ερωτήσεις... Η ταινία κλείνει με την αναφορά στον Νικολάε Τσαουσέσκου ως δικτάτορα που έχτισε τα μεταλλεία τα οποία έπνιξαν με λάσπη το χωριό που είδαμε να έχει πεθάνει στο ντοκιμαντέρ [βλ. σχετικά με την ταινία στο τέλος του post].
Το κοινό χειροκροτεί. Κανείς δεν φεύγει από την αίθουσα.
Αναρωτιέμαι.
Δεν υπάρχουν κομμουνιστές εδώ μέσα; Για να σηκωθούν να φύγουν προσβεβλημένοι που αποκάλεσε ο σκηνοθέτης τον Τσαουσέσκου δικτάτορα; Μάλλον όχι, συμπεραίνω.
Βγαίνω από την σκοτεινή αίθουσα γιατί δεν έχω υπομονή να καθίσω για το Q & A. Χρειάζομαι φως κι αέρα. Σίγουρα κάποιοι ακτιβιστές θα απογοητεύτηκαν. Κάποιοι είχαν μοιράσει στο κοινό φυλλάδια ενάντια στην Eldorado Gold. Περίμεναν περισσότερα να μάθουν για την περιβαλλοντική καταστροφή που θα έπρεπε να τεκμηριώνει το ντοκιμαντέρ, ίσως*. Ανάμεσά τους ήμουν κι εγώ. Όχι ακριβώς απογοητευμένη αλλά περιμένοντας να δω κάτι παραπάνω για την πολιτική σχετικά με τα περιβαλλοντικά θέματα, πέρα από κλιπάκια των 80s με την κομμουνιστική προπαγάνδα της εποχής. Η ιστορία είναι βασισμένη στην καθημερινότητα της Βαλέρια, της “Τελευταίας των Μοϊκανών” – μιας γιαγιάς που ζει στις παρυφές μιας λίμνης που έχει καταπιεί το χωριό της, και το μόνο που περισσεύει απ' αυτό το χωριό και φαίνεται ακόμα, είναι η στέγη της εκκλησίας με το σταυρό επάνω – η υπόλοιπη είναι βυθισμένη κάτω από τόνους λάσπης από τα παλιά μεταλλεία χαλκού της περιοχής.
Και βγαίνω από την αίθουσα με την ερώτηση στο μυαλό μου («μα που στο κοινό ήταν οι κομμουνιστές;») και βλέπω καμιά δεκαπενταριά άτομα από την ΚΝΕ έξω από το Ολύμπιον να κρατάνε κόκκινες σημαίες με σφυροδρέπανο και πανό με σύνθημα κατά της ομοφοβίας... Νωρίς – νωρίς παρόντες στο κάλεσμα της διαμαρτυρίας των 7 μμ για την τρανσφοβική επίθεση έξω από το Ολύμπιον το προηγούμενο βράδυ.
Μου έρχεται να βάλω τα γέλια. Τελικά οι κομμουνιστές ήταν έξω από την αίθουσα.
Βλέπω τον Γιώργο Τσιτιρίδη από το περιοδικό «Παράλλαξη» να λογομαχεί μαζί τους, μετά από λίγο κατεβάζουν τις σημαίες και κάνουν στην άκρη, δημοσιογράφοι με κάμερες που έχουν στηθεί στο σημείο εδώ και ώρα, ζητάνε δηλώσεις από άτομα της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας που έχουν αρχίσει να συρρέουν στο χώρο για την διαμαρτυρία των 7 μμ. Κάποιοι δίνουν συνεντεύξεις.
Η οργή έχει αρχίσει να φουντώνει σιωπηλά, ο κόσμος έχει συγκεντρωθεί απέναντι από τις κάμερες, πολύχρωμα παιδιά κρατάνε πλακάτ και ανοίγουν το πρόσωπο της διαμαρτυρίας για να το δει όλος ο κόσμος. Το πανό “Aπαντάμε όλ@ όταν χτυπάνε έν@” ξετυλίγεται. Σιωπή.
Στο καπάκι, βλέπω να κατεβαίνουν από την Πλατεία Αριστοτέλους εκατοντάδες άτομα, ένα μεγάλο μπλοκ από οργισμένα στόματα και χέρια που κρατάνε μαυροκόκκινες σημαίες και στυλιάρια. Περνάνε την Μητροπόλεως και σταθμεύουν στον κενό χώρο της πλατείας πιο πάνω, αριστερά από το άγαλμα του Αριστοτέλη.
Είναι γύρω στις 7 και κάτι, όλο και περισσότερος κόσμος έρχεται στην πλατεία, κατεβαίνει προς το άγαλμα του Αριστοτέλη, μιλάω με κάποιους γνωστούς μου, ο Γιώργος Τσιτιρίδης διηγείται στον Γιώργο Τούλα το περιστατικό με την ΚΝΕ.
Το περιστατικό:
«Πρέπει να ντρέπεστε που είστε εδώ, έχετε και εσείς αίμα στα χέρια σας, ντροπή σας, να φύγετε» είχε πει ο Γιώργος πριν λίγο. Σοκ τα μικρά. «Εμείς;» του λένε χωρίς να πιστεύουν αυτά που ακούνε «τι λες;» Λέει εκείνος: «καλά ρε, ψηφίσατε το νομοσχέδιο για την ταυτότητα φύλου; Δεν έχετε δικαίωμα να είστε εδώ». Του λέει ένας: «Τι είναι φύλο; Είναι το βιολογικό». «Όχι σε μένα» του λέει ο Γιώργος, «πάρε μπούλο απλά». Του λέει μια κοπέλα «δηλαδή πιστεύεις στον γάμο;» «Όχι», της λέει αυτός «γι' αυτό πες τα συντρόφια και το Κουτσούμπα να χωρίσουν, πάμε μαζί στον αγώνα». «Αυτοί» λέει το νεαρό άτομο στον Γιώργο «παντρεύτηκαν παλιά, άλλες εποχές». Και απαντάει εκείνος: «αυτοί ευνοούνται από αυτά που τους δίνει ο γάμος ε;;» «Είστε πάνω από όλα εργάτες το θέμα είναι ταξικό» του λένε τ@ Κνίτ@. Τους απαντάει αυτός «μαζέφτε και δρόμο. Θα σας ξεφωνίσω, θα πέσει ξύλο».
Οι Κνίτες την γλίτωσαν παρά τρίχα με τη βοήθεια του Γιώργου. Αλλιώς θα τους είχαν ήδη πάρει φαλάγγι οι αναρχικοί με τα στυλιάρια που κατέβηκαν φορτσάτοι λίγα λεπτά μετά.
Θέλω να γελάσω πάλι, γελάω. Του λέω «εσύ τους έδιωξες;»
Μέσα σε πέντε λεπτά το τοπίο έχει αλλάξει για άλλη μια φορά.
Από την λεωφόρο Νίκης, μακριά, απέναντι από το άγαλμα, ανεβαίνουν κάποιοι και το αναρχικό μπλοκ πέφτει πάνω τους τρέχοντας, κραδαίνοντας τα στυλιάρια. Καταλαβαίνω γρήγορα ότι όσοι έρχονται από τη μεριά της θάλασσας είναι ακροδεξιοί και ότι θα πέσει πολύ ξύλο. Βρισιές, φωνές, οργή, κάποιοι τρέχουν δαιμονισμένα, δεν βγάζω άκρη, είμαι αρκετά μακριά, κοντά στο άγαλμα, προσπαθώ να δω καλύτερα τι συμβαίνει, είναι αδύνατον, τα παγκάκια έχουν γεμίσει από όρθιους που έχουν ανέβει πάνω και ψάχνουν έναν τρόπο να δουν από ψηλά τι ακριβώς γίνεται.
Ανάμεσα στα πρόσωπα του κόσμου που βρίσκεται εκεί, είτε από επιλογή είτε τυχαία, βλέπω πρόσωπα πιτσιρικάδων, σκληρά, αποφασισμένα, οργισμένα, έτοιμα για μάχη, να διασχίζουν τους αμέριμνους περαστικούς που απλώς είχαν βγει μια Κυριακή απόγευμα για την βόλτα τους. Δεν είναι “δικοί” μας, είναι οι “άλλοι”.
Το πρόσωπο ενός νέου, γεμάτου “περηφάνια”, οργή, και άγνοια, αυτό είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί στην ανθρωπότητα.
Πάντα έλεγα από μέσα μου ότι το Pride δεν θα έπρεπε να ονομάζεται έτσι. Γιατί δεν αφορά την «περηφάνια» κυριολεκτικά, αλλά την απουσία της ντροπής.
Αφορά την αντίσταση στην καταπάτηση της προσωπικότητάς μας.
Αφορά το δικαίωμα να είμαστε άνθρωποι και να ζούμε ελεύθερα.
Αφορά την σεξουαλική απελευθέρωση.
Και αυτά ενοχλούν. Ενοχλούν όσους έχουν πιστέψει ότι είναι οι θεματοφύλακες της ηθικής, αυτούς που έχουν πιστέψει ότι είναι αρχηγοί μας και πρέπει να κάνουμε αυτό που μας λένε, αυτοί που πιστεύουν ότι “έτσι πρέπει να ζει κανείς”, γιατί αυτά έχουν μάθει.
Χωρίς να το θέλω, βλέποντας τα οργισμένα νεανικά πρόσωπα που ψάχνουν έναν στόχο για να χτυπήσουν, ψάχνουν να επιβεβαιώσουν με κάποιον τρόπο την δική τους ύπαρξη, την δική τους καταπίεση που ούτε καν την έχουν αντιληφθεί, και θέλουν να την επιβάλουν και στους άλλους, νιώθω κι εγώ οργή.
Και αποφασίζω ότι πρέπει να φύγω πριν να είναι αργά, πρέπει να φύγω για να μην ενδώσω στη βία, πρέπει να μην γίνω σαν κι αυτούς.
Δεν θέλω η ζωή μου να ετεροκαθοριστεί από το τυφλό μίσος, δεν θέλω να γίνω στόχος, δεν οφείλω σε κανέναν το δικό μου αίμα να στρώσει την άσφαλτο.
Όχι αυτός δεν είναι ο τρόπος να ζούμε, αυτός δεν είναι ο τρόπος να συνυπάρχουμε. Κάτι πάει πολύ στραβά. Κάπου έχουμε χάσει την μπάλα.
*ΣΗΜ: Περιγραφή του ντοκιμαντέρ από το site του φεστιβάλ κινηματογράφου: «Η Βαλέρια είναι η μοναδική κάτοικος ενός μικρού ρουμανικού χωριού, που έχει ερημώσει εξαιτίας των τόνων λάσπης από το κοντινό ορυχείο χαλκού που έχουν πλημμυρίσει την περιοχή, ανεβάζοντας τη στάθμη της μολυσμένης τοπικής λίμνης και πνίγοντας τα πάντα στο πέρασμά τους. Μόνο το καμπαναριό της εκκλησίας είναι πλέον ορατό, θυμίζοντας έντονα το δικό μας "δακρύβρεχτο λιβάδι". Με σθένος, στωικότητα και θάρρος, η ηλικιωμένη γυναίκα, συνοδευόμενη από τα λιγοστά ζώα της και κάποιους πολίτες που της ζητούν να κάνει αυτό που φαίνεται λογικό, αρνείται να εγκαταλείψει τον τόπο της, που πλέον θυμίζει δυστοπικό θρίλερ. Ένα ανησυχητικό κοινωνικο-οικολογικό ντοκιμαντέρ που περιστρέφεται γύρω από την κεντρική του πρωταγωνίστρια, η οποία κυριολεκτικά δίνει μαθήματα ζωής, αξιοπρέπειας και επιμονής, στέκεται όρθια μπροστά στην απόλυτη καταστροφή. Η φωτογραφία του τοπίου είναι εκπληκτική, με την κάμερα να καταγράφει εικόνες που ισορροπούν ανάμεσα στην απόκοσμη ομορφιά και την απόλυτη καταστροφή».
Ζούμε μέρες καταστροφής. Η ανασφάλεια έχει χτυπήσει κόκκινο. Ο κόσμος που θεωρούσαμε δεδομένο αλλάζει. Σφυρίζουμε αδιάφορα μπροστά σε αυτό που μας τρώει, που δεν είναι τίποτα άλλο από την απληστία του ανθρώπου και την απόφαση πως έχει το δικαίωμα να επιβληθεί στη φύση. Όμως η φύση αντιδρά.
Και οι γυναίκες αντιδρούν. Και τα ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα αντιδρούν. Και η καταπίεση δεν θα περάσει.
Γι' αυτό οφείλουμε να παλέψουμε. Για όλες τις καταπιέσεις που έχουμε μέσα μας, πρώτα απ' όλα. Και που διαιωνίζονται και έξω μας.
Χρειάζεται να αποδυθούμε την καταπίεση. Κάντε ό,τι καταλαβαίνετε με αυτό.
Εγώ μιλάω με την ψυχοθεραπεύτριά μου, που τη λένε Γαλήνη. Πολύ ταιριαστό όνομα για ψυχοθεραπεύτρια. Εδώ και καιρό θέλω να της πω το punchline: «μόλις συναντήσεις την Γαλήνη, η ψυχοθεραπεία σου έχει λάβει τέλος». Μια από αυτές τις μέρες, θέλω να το κάνω πράξη...
Θέλω να ηρεμήσω... αλλά η ημέρα δεν με αφήνει. Φτάνουν τα νέα της απαγόρευσης των διαδηλώσεων. Αυτή τη φορά με αφορμή τα Αδέσποτα Κορμιά της Ελίνας Ψύκου. Ταράζομαι. Θα ήθελα να βγω στο δρόμο. Δεν θα είμαι σε αυτή τη προβολή, γιατί δεν έχω εισιτήριο. Θα είμαι όμως στην επόμενη.
Ελίνα, κράτα γερά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου