Ο άντρας που αγαπούσε τις γυναίκες
Στις 22 Απριλίου ήταν η πρεμιέρα της ταινίας «Το κορίτσι στη φωλιά της σφήκας» για το ελληνικό κοινό που αδημονούσε να δει το τελευταίο μέρος της τριλογίας «Μillenium», βασισμένης στα βιβλία-θρίλερ του θανόντα Σουηδού συγγραφέα Stieg Larsson. O 50χρονος Σουηδός που λόγω ξαφνικής καρδιακής προσβολής το 2004 δεν πρόλαβε να απολαύσει την εκδοτική και κινηματογραφική επιτυχία του έργου του, έχει συμπληρώσει σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία (Μάρτιος 2010) 27 εκατομμύρια πωλήσεις βιβλίων παγκοσμίως. To remake για την πρώτη ταινία της τριλογίας Σουηδικής παραγωγής: «Το κορίτσι με το τατουάζ» (γνωστό στα αγγλικά ως: “The girl with the dragon tattoo”), ήδη ετοιμάζεται να γυριστεί στο Hollywood με σκηνοθέτη τον David Fincher («Se7en», «Fight Club») και σεναριογράφο τον Steven Zaillian («Schindler’s List»). Καθόλου άσχημα για τους κληρονόμους του Stieg Larsson, τον πατέρα του και τον αδελφό του, που έχουν (αδίκως σύμφωνα με την συμβία του, Eva Gabrielsson) καρπωθεί τον πλούτο από τα πνευματικά δικαιώματα του συγγραφέα ο οποίος δεν άφησε έγκυρη διαθήκη.
Ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας του Larsson ; Σίγουρα όχι οι λογοτεχνικές του ικανότητες, σπεύδουν να επισημάνουν οι πιο δριμείς κριτικοί. Το έργο του Larsson μπορεί να μην κατατάσσεται στην κατηγορία των έργων τέχνης, είναι όμως βασισμένο στις ξεκάθαρες πολιτικές πεποιθήσεις του συγγραφέα, και γραμμένο με δημοσιογραφικό μένος- το πραγματικό επάγγελμα του Larsson που εν ζωή διατέλεσε αρχισυντάκτης του αντι-φασιστικού περιοδικού “EXPO” και είναι επίσης ο συγγραφέας βιβλίων όπως το "Right-wing extremism" ("Extremhögern") το οποίο συνέγραψε το 1991 μαζί με την Anna-Lena Lodenius. Πηγή έμπνευσης για τον Larsson ήταν η σχέση του με τον παππού του, Severin Boström, ο οποίος τον μεγάλωσε και ήταν πρότυπο για τον Larsson. Ο Severin ήταν αντιναζιστής και είχε φυλακιστεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης για το λόγο αυτό στη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Stieg Larson ήταν «ασκούμενος φεμινιστής» - αυτή είναι η εικόνα που έχουμε σήμερα για τον συγγραφέα, σύμφωνα με την περιγραφή που δίνει η Eva Gabrielsson, η επί 32 έτη σύντροφός του την οποία δεν παντρεύτηκε ποτέ για λόγους ασφαλείας: ο Larsson δεχόταν τα τελευταί 15 χρόνια της ζωής του απειλές από νεοναζιστές, την δραστηριότητα των οποίων κατήγγειλε συστηματικά μέσα από το περιοδικό EXPO και ο μόνος τρόπος για να παραμείνουν τα προσωπικά του στοιχεία μη προσβάσιμα ήταν να μην υπάρχει κανένα δημόσιο έγγραφο διαθέσιμο στο κοινό (όπως άδεια γάμου). Ως απάντηση στο βιβλίο του Larsson "Right-wing extremism", για παράδειγμα, μια νέο-ναζιστική εφημερίδα δημοσίευσε το 1993 τα προσωπικά στοιχεία των Larsson και Lodenius μαζί με τις φωτογραφίες τους, τις διευθύνσεις τους και τα τηλέφωνά τους-κλείνοντας το άρθρο με την ερώτηση αν θα έπρεπε να τους αφήσουν συνεχίσουν να δουλεύουν, ή αν θα έπρεπε κάτι να γίνει γι’ αυτό. Ο εκδότης της εφημερίδας καταδικάστηκε σε 4 μήνες φυλάκισης.
Η «απάντηση» του Larsson ήταν άφοβη: η ίδρυση του EXPO. Το περιοδικό EXPO αποτελεί σήμερα εκτός των άλλων και αρχείο όπου συστηματικά ερευνώνται και καταγράφονται οι δραστηριότητες των φασιστικών οργανώσεων στη Σκανδιναβία, παρέχοντας έτσι ένα άγρυπνο μάτι ελέγχου των εξτρεμιστών που δολοφονήσαν 7 άτομα το 1995. O ξαφνικός θάνατος του Larsson τον πρώτο καιρό πυροδότησε τις φήμες ότι ήταν ναζιστικό χτύπημα. Σύντομα αποδείχθηκε ότι ήταν το τσιγάρο και η υπερκόπωση και όχι οι Νεοναζιστές που σκότωσαν τελικά τον δημοσιογράφο, καθώς εργαζόταν με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο κάπνιζε: μετά μανίας, περισσότερα από 60 τσιγάρα την ημέρα! Παρόλα αυτά δεν ήταν από τους άντρες που η δουλεία τους αποτελούσε δικαιολογία για να μην ασχολούνται με τα του σπιτιού: ως «ασκούμενος» φεμινιστής, μοιραζόταν τις αγγαρείες με την Eva. Σύμφωνα με τις περιγραφές της ο Stieg εύρισκε έτσι την ευκαιρία να περνά χρόνο με τη γυναίκα του και να λέει αστεία και ανέκδοτα κάνοντας την διαδικασία ευχάριστη και για τους δυο τους.
Δυστυχώς για την Gabrielsson, η οποία στήριξε για πολύ καιρό τον Larsson οικονομικά και ηθικά όταν δεν τα έβγαζε πέρα με τη δουλειά του ως δημοσιογράφος, και η οποία τον βοήθησε και στα μυθιστορήματά του παρέχοντάς του ερευνητικό υλικό, δεν έχει κανένα δικαίωμα η ίδια στην περιουσία του Larsson λόγω του γεγονότος ότι δεν νομιμοποίησαν τον δεσμό τους. Έτσι, όλα τα έσοδα από τις πωλήσεις των βιβλίων και τα πνευματικά δικαιώματα για τις ταινίες κατέληξαν στους εξ αίματος συγγενείς του Larsson, με τους οποίους όμως ήταν αποξενωμένος και δεν διατηρούσε καμία επαφή. Στην κατοχή της Eva ωστόσο βρίσκεται κάτι ακόμη πιο πολύτιμο για τους fans του συγγραφέα: το χειρόγραφο για το τέταρτο ανέκδοτο βιβλίο του Larsson, από το οποίο όμως λείπουν αρκετά κεφάλαια.
Παραγωγικός μέχρι το τέλος, ο Larsson είχε ολοκληρώσει συνόψεις για επτά ακόμη βιβλία με πρωταγωνιστές τους Blomkvist και Salander, και η τριλογία ήταν μόνο η αρχή της δεκαλογίας που στόχευε να γράψει. Το τέταρτο βιβλίο δεν θα δει ποτέ το φως της ημέρας- εκτός αν η ίδια η Eva Gabrielsson δεχθεί να παραδώσει το χειρόγραφο στους νόμιμους κληρονόμους του ή αν αυτοί δεχθούν να μοιραστούν τα δικαιώματά τους μαζί της. Όπως όμως είναι δυνατόν να φανταστείτε, κανείς δεν έχει υποχωρήσει μέχρι στιγμής και τα δυο εκατομμύρια ευρώ που λέγεται ότι πρόσφεραν οι κληρονόμοι του Larsson στην Gabrielsson δεν στάθηκαν αρκετά για να την πείσουν να αποχωριστεί το laptop του Larsson που περιέχει το χειρόγραφο- ενθύμιο της 30χρονης κοινής τους ζωής που ξεκίνησε τη μέρα που συναντήθηκαν τυχαία το 1972 σε μια διαμαρτυρία ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Ως παιδί, και όχι μόνο ως ενήλικας, ο Stieg ήταν παθιασμένος με τη συγγραφή. Το πάθος του ξεκίνησε στα 12 του χρόνια, όταν του έκαναν δώρο μια γραφομηχανή. Περνούσε τις περισσότερες νύχτες του γράφοντας, προς δυσφορία της οικογένειάς του την οποία κρατούσε ξύπνια με τον θόρυβο! Το πάθος του για το γράψιμο στάθηκε κάποιες φορές και εμπόδιο στη σχέση του με την Eva: για μικρά διαστήματα αποχωρίστηκαν όταν εκείνος χανόταν στη δουλειά του. Ωστόσο ο ίδιος θεωρούσε τη συγγραφή των μυθιστορημάτων του, στην οποία συνήθως αφιέρωνε τα βράδια του και τον κρατούσε ξύπνιο πολλές φορές ως τα ξημερώματα, «χαλάρωση» από την πρωινή του δουλειά ως δημοσιογράφος.